Η επινεφριδιακή ανεπάρκεια ή νόσος Addison αποτελεί μια ενδοκρινική διαταραχή που εμφανίζεται σπάνια. Εκδηλώνεται όταν τα επινεφρίδια δεν μπορούν να παράγουν επαρκή ποσότητα κορτιζόλης και αλδοστερόνης, και χωρίζεται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή.

Σε τι οφείλεται η επινεφριδιακή ανεπάρκεια;

Η πάθηση αυτή οφείλεται συνήθως σε αυτοάνοσες παθήσεις που μπορεί να επηρεάσουν τη λειτουργία των επινεφριδίων, σπανιότερα οφείλεται σε χρόνιες λοιμώξεις με κυριότερες τις μυκητιάσεις ή σε έλλειψη ενεργοποίησης των επινεφριδίων από την υπόφυση.

Με ποια συμπτώματα εκδηλώνεται η επινεφριδιακή ανεπάρκεια;

Η πάθηση εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο και τα συμπτώματά της καθορίζονται από την ταχύτητα καταστροφής των επινεφριδίων καθώς και από την βαρύτητα της νόσου. Τα παιδιά που πάσχουν εμφανίζουν συνήθως ανορεξία, απώλεια βάρους, αδυναμία, εύκολη κόπωση, ζάλη, λιποθυμικές τάσεις, υπογλυκαιμία και εκνευρισμό ή κατάθλιψη.

Πώς μπορεί να διαγνωστεί η επινεφριδιακή ανεπάρκεια;

Ο ενδοκρινολόγος θα ζητήσει το οικογενειακό και ατομικό ιατρικό ιστορικό. Η διάγνωση θα γίνει  με βάση την κλινική εξέταση αλλά και τον εργαστηριακό έλεγχο για

  • τη μέτρηση των επιπέδων σακχάρου, Na+ και Κ+, ουρίας
  • τον προσδιορισμό κορτιζόλης και ACTH
  • τη μέτρηση επινεφριδιακων αντισωμάτων
  • τη δοκιμασία διέγερσης

Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η επινεφριδιακή ανεπάρκεια;

Ουσιαστικά μέσω της θεραπείας αναπληρώνονται οι ορμόνες που λείπουν από τον οργανισμό. Επειδή διαρκεί εφ’ όρου ζωής, είναι πολύ σημαντική η συστηματική παρακολούθηση του παιδιού από τον ενδοκρινολόγο, ώστε να διαφοροποιείται η δόση ανάλογα με την ηλικία και τις καταστάσεις (έντονο στρες) που αντιμετωπίζει το παιδί.